
Ας υποθέσουμε ότι είστε πολύ νέος, γύρω στα 18-19, διασκεδάζετε με φίλους σας σε μια συναυλία, πίνετε, και τελικά, πάνω στο κέφι, βρίσκεστε ημίγυμνος στη σκηνή. Οι φίλοι σας τα απαθανατίζουν όλα με το κινητό τους και τα ανεβάζουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Δέκα χρόνια αργότερα, έχετε ιδρύσει μια σοβαρή επιχείρηση και ξαφνικά διαπιστώνετε ότι το πρώτο που βρίσκει ο ενδιαφερόμενος στην αναζήτηση στο Google για το όνομά σας είναι το βίντεο.
«Από τη στιγμή που τίποτα δεν ξεχνιέται, χρειαζόμαστε εργαλεία που θα μας δώσουν τη δυνατότητα να επιβάλουμε τη λήθη», λέει ο Καρλ-Νίκολαους Πάιφερ, καθηγητής Νομικής στο Πανεπιστήμιο της Κολωνίας. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει επιβάλει δεσμευτικούς κανόνες στην κατεύθυνση αυτή, αναβαθμίζοντας το «δικαίωμα στη λήθη» σε θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα, προσαρμόζοντας την ψηφιακή εξέλιξη στις επιταγές της αναλογικής πραγματικότητας. Ο Αυστριακός νομικός Βίκτορ Μάγερ-Σένμπεργκερ από τα τέλη του 2000 είχε διατυπώσει το αίτημα να συνοδεύεται κάθε ψηφιακή δημοσίευση από ημερομηνία λήξης, οπότε και θα διαγράφεται αυτομάτως ή έστω μετά εύλογο χρονικό διάστημα. Το 2014 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δικαίωσε Ισπανό πολίτη που απαιτούσε από την Google να διαγράψει παλαιότερες δημοσιεύσεις για το άτομό του.
Το 2018 το δικαίωμα στη λήθη κατοχυρώθηκε ρητώς σε νέα ευρωπαϊκή οδηγία για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, αναφέρει η DW. Εκτοτε, εξηγεί ο δικηγόρος Κρίστιαν Μένσινγκ, τα δικαστήρια καλούνται να σταθμίσουν «ανάμεσα στο δικαίωμα για προστασία της προσωπικής και οικογενειακής ζωής ή δικαιώματα τρίτων από τη μια πλευρά, και στην ελευθερία του επιχειρείν, που επικαλείται η μηχανή αναζήτησης, από την άλλη πλευρά».